1 εικόνα
Στο χτεσινό μου κείμενο (Στάση πληρωμών λοιπόν; Τώρα;*) στηρίχτηκα σε αυτό το πόστ από το fb του Ermippos Ermippiou που αφορούσε την στάση πληρωμών. Ο ίδιος έστειλε στα σχόλια της ανάρτησης μιαν ολοκληρωμένη «απάντηση» όπου διευκρινίζει με σαφήνεια τι είχε στο μυαλό του. Η «απάντησή» του αυτή είναι τόσο ενδιαφέρουσα ώστε την δημοσιεύουμε σήμερα στα «κεντρικά» μας θέματα (ο τίτλος δικός μας). Food for thought, με διαύγεια και καθαρές τοποθετήσεις. Τον ευχαριστούμε. (Άρης Δαβαράκης)
...
Μίλησα χθες για την ανάγκη να βρεθεί ένας πολιτικός οργανισμός που να καλέσει τους πολίτες σε στάση πληρωμών και να αναλάβει την ευθύνη της κάλυψης τους γι' αυτό. Ακούγεται βαρύ και πρέπει να εξηγηθεί.
Σε καμιά περίπτωση αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να πάψουμε να πληρώνουμε τις καθημερινές μας δαπάνες, για υπηρεσίες που προέρχονται από οργανισμούς κοινής ωφελείας, που ανήκουν στο κράτος ή συνδέονται στενά με αυτό. Κάτι τέτοιο θα ήταν παραλογισμός. Ή ακόμη περισσότερο να σταματήσουμε να πληρώνουμε φόρους, γενικά και αόριστα.
Είτε μας αρέσει είτε όχι το κράτος έχει έξοδα και δεν μπορεί ούτε να πάψει να υπάρχει ούτε να υποκατασταθεί με μαγικό τρόπο και αυτόματες διαδικασίες, επειδή έτσι μας βολεύει συγκυριακά. Ακόμη και αν είναι ένα κράτος κακό και αναποτελεσματικό. Σε μερικά μάλιστα πράγματα, όσο και αν το επιθυμούν οι αντικρατιστές, η υποκατάσταση του είναι αδύνατη και, πιθανόν, και μη σκόπιμη.
Η στάση πληρωμών πρέπει να αφορά σε απαιτήσεις της πολιτείας οι οποίες είναι πια από καιρό εμφανώς άδικες και παράλογες. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει επιτέλους να τολμήσουμε να αποφασίσουμε εμείς. Και μπορούμε να το κάνουμε μόνο μέσω ενός συλλογικού οργάνου.
Η αιτιολογία ότι ο πολίτης δεν μπορεί να κρίνει τον νόμο αλλά πρέπει να τον εφαρμόσει αδιαμαρτύρητα και να προσπαθήσει να τον αλλάξει με τον νόμιμα προβλεπόμενο τρόπο έχει προ πολλού καταστεί ανίσχυρη. Το κράτος μας έχει χάσει από καιρό την έξωθεν καλή μαρτυρία της δημοκρατικής νομιμοποίησης και είναι πλέον φανερό ότι νομοθετεί με τρόπο παράλογο και αυθαίρετο, με μια αντίληψη των αναγκών του που, ακόμη και για τους πλέον καλόπιστους, αφορά αποκλειστικά το ίδιο και αδιαφορεί για την κοινωνία. Και επιπλέον οι θεσμοί και οι μηχανισμοί άμυνας έχουν παραλύσει, στο όνομα ενός δημοσίου συμφέροντος, που δεν είναι καθόλου σαφές και κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να ερμηνεύσει με αριθμούς και στιβαρα στοιχεία. Έφτασε λοιπόν ο καιρός, που μπορούμε και πρέπει να αρχίζουμε να σταθμίζουμε την ισχύ και την ανάγκη εφαρμογής των "νόμων" και να αποφασίζουμε οι ίδιοι αν πρέπει να τους εφαρμόσουμε ή όχι.
Τα παραδείγματα είναι από καιρό άφθονα. Πριν λίγους μήνες ο πρωθυπουργός μας είπε ότι ένστολοι με εισόδημα κάτω των 1.500 € θεωρούνται φτωχοί και χρήζουν εκτάκτου βοηθήματος. Και για να βρεθεί αυτό το βοήθημα η βουλή ψηφίζει την φορολόγηση ανέργων και ανθρώπων που δεν διαθέτουν ούτε το μισό από το εισόδημα αυτό.
Με κρυφές τροπολογίες χαρίζονται πρόστιμα, διαγράφονται δάνεια σε τράπεζες, οι οποίες στην συνέχεια ανακεφαλοποιούνται με έξοδα της κοινωνίας ή απαλλάσσονται από την φορολογία μεγάλοι οφειλέτες και ειδικών κατηγοριών επιχειρήσεις, χωρίς να υπάρχει εμφανής αιτιολογία και χωρίς οι "νομοθετικές" προβλέψεις να διαθέτουν την από το σύνταγμα απιτούμενη αιτιολογική έκθεση. Για να υποκατασταθούν τα κενά που προκαλούνται, αυξάνονται δυσανάλογα οι φόροι που ζητούνται από συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών, με πλήρη αδιαφορία για την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας.
Οι δικαστές βγάζουν καθημερινά και νέες αποφάσεις με τις οποίες ορίζουν τα όρια αξιοπρεπούς διαβίωσης. Οι αποφάσεις αυτές όμως αφορούν πάντα ειδικά επιλεγμένες κατηγορίες πολιτών που διακρίνονται από άλλες, που δεν υπάγονται σε αυτά τα όρια και που είναι αυτές που πρέπει, ανεξαρτήτως εισοδήματος να πληρώσουν τον λογαριασμό. Η αξιοπρέπεια του ανθρώπου έχει πάψει να είναι κοινό δικαίωμα, αλλά εξαρτάται πλέον από την σχέση του καθενός με το κράτος.
Ένα κράτος που συνεχίζει να συντηρεί μεγάλες κατηγορίες οργανισμών και υπηρεσιών, που είναι πια κοινό μυστικό ότι δεν έχουν κανέναν λόγο ύπαρξης και που χρειάζονται όλο και περισσότερους φόρους για τον παραλογισμό της διατήρησης τους εν ζωή. Την ίδια στιγμή αδιαφορεί προκλητικά για την καλή λειτουργία αναντικατάστατων τομέων του, όπως η υγεία και ειδικά αυτή των άτυχων ανασφάλιστων, η δημόσια ασφάλεια, η πρόνοια, επειδή, για τις υπηρεσίες αυτές, τα χρήματα του δεν περισσεύουν.
Όλα αυτά και πολλά άλλα πρέπει επιτέλους να τύχουν απάντησης. Δεν ζούμε σε καιρούς κανονικότητας. Και πρέπει η πολιτική τάξη που αποφασίζει να αντιληφθεί, έστω και δια της βίας της απείθειας, ότι δεν μπορεί να το κάνει ερήμην της κοινωνίας και για ανάγκες που αφορούν την ίδια και τα ειδικά επιλεγμένα από αυτήν κομμάτια της κοινωνίας. Το κράτος υπάρχει για όλους και δεν είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός, που υφίσταται εξ ορισμού, χωρίς η λειτουργία του να συνδέεται με τις ανάγκες ακόμη και του τελευταίου πολίτη.
Για τον λόγο αυτό πρέπει να απαιτηθεί η πλήρης διαφάνεια σε σχέση με τις δαπάνες του δημοσίου. Και όπου αυτή δεν υπάρχει τα χρήματα που ζητούνται να μην καταβάλλονται.
Λαμπρό παράδειγμα ο ΕΝΦΙΑ. Τι είναι αυτό που έρχεται να καλύψει; Ζητείται αδιακρίτως από πολίτες, ακόμη και μηδενικού εισοδήματος, για να εξυπηρετήσει ποιες ανάγκες; Τα αναδρομικά των δικαστών, που η αξιοπρεπής διαβίωση τους διαφέρει από αυτήν των υπολοίπων; Τα επιδόματα των ενστόλων που είναι φτωχοί με 1.500 €, την στιγμή που για τον ιδιωτικό τομέα θεωρούνται αρκετά ακόμη και λιγότερα από τα μισά; Τα θαλασσοδάνεια των συγκροτημάτων του Τύπου. Τα χαρισμένα πρόστιμα των παράνομων διακινητών καυσίμων; Τα ειδικά μισθολόγια των εφοριακών και των υπαλλήλων της βουλής;
Ας αποφασίσουμε λοιπόν ότι οι δαπάνες αυτές είναι άδικες και καταχρηστικές. Και σίγουρα δεν είναι από αυτές που αξίζουν τις θυσίες μας. Το σύστημα μας έχει πάψει από καιρό να είναι αντιπροσωπευτικό και ελεγχόμενο, αυθαιρετεί βάναυσα και δεν θα το κάνει ποτέ μόνο του. Η πρωτοβουλία θα εκκινήσει από εμάς ή δεν θα εκκινήσει ποτέ.
Ας αφήσουμε να εννοηθεί ότι θα στηρίξουμε έναν πολιτικό οργανισμό ο οποίος δεν θα υποκριθεί ότι παίζει το παιχνίδι της νόθας δημοκρατίας μας, επειδή ξέρουμε από καιρό ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός. Έναν οργανισμό που θα διακηρύξει ότι μετά την ακριβή κοστολόγηση των αναγκών για υγεία, ασφάλεια, άμυνα και κοινωνική προστασία, με ένα κοινό κατώφλι αξιοπρέπειας για όλους και όχι μόνον για τους επιλεγμένους, κάθε άλλη απαίτηση του κράτους δεν είναι νόμιμη και δεν πρέπει να πληρωθεί. Και ότι η άσκηση της νόμιμης βίας για την πληρωμή της συνιστά πρόδηλη παράβαση του συντάγματος. Όλα αυτά με αριθμούς και όχι με συνθήματα και κραυγές στις πλατείες.
Ο ΕΝΦΙΑ μπορεί να είναι η αρχή.
Είτε μας αρέσει είτε όχι το κράτος έχει έξοδα και δεν μπορεί ούτε να πάψει να υπάρχει ούτε να υποκατασταθεί με μαγικό τρόπο και αυτόματες διαδικασίες, επειδή έτσι μας βολεύει συγκυριακά. Ακόμη και αν είναι ένα κράτος κακό και αναποτελεσματικό. Σε μερικά μάλιστα πράγματα, όσο και αν το επιθυμούν οι αντικρατιστές, η υποκατάσταση του είναι αδύνατη και, πιθανόν, και μη σκόπιμη.
Η στάση πληρωμών πρέπει να αφορά σε απαιτήσεις της πολιτείας οι οποίες είναι πια από καιρό εμφανώς άδικες και παράλογες. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει επιτέλους να τολμήσουμε να αποφασίσουμε εμείς. Και μπορούμε να το κάνουμε μόνο μέσω ενός συλλογικού οργάνου.
Η αιτιολογία ότι ο πολίτης δεν μπορεί να κρίνει τον νόμο αλλά πρέπει να τον εφαρμόσει αδιαμαρτύρητα και να προσπαθήσει να τον αλλάξει με τον νόμιμα προβλεπόμενο τρόπο έχει προ πολλού καταστεί ανίσχυρη. Το κράτος μας έχει χάσει από καιρό την έξωθεν καλή μαρτυρία της δημοκρατικής νομιμοποίησης και είναι πλέον φανερό ότι νομοθετεί με τρόπο παράλογο και αυθαίρετο, με μια αντίληψη των αναγκών του που, ακόμη και για τους πλέον καλόπιστους, αφορά αποκλειστικά το ίδιο και αδιαφορεί για την κοινωνία. Και επιπλέον οι θεσμοί και οι μηχανισμοί άμυνας έχουν παραλύσει, στο όνομα ενός δημοσίου συμφέροντος, που δεν είναι καθόλου σαφές και κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να ερμηνεύσει με αριθμούς και στιβαρα στοιχεία. Έφτασε λοιπόν ο καιρός, που μπορούμε και πρέπει να αρχίζουμε να σταθμίζουμε την ισχύ και την ανάγκη εφαρμογής των "νόμων" και να αποφασίζουμε οι ίδιοι αν πρέπει να τους εφαρμόσουμε ή όχι.
Τα παραδείγματα είναι από καιρό άφθονα. Πριν λίγους μήνες ο πρωθυπουργός μας είπε ότι ένστολοι με εισόδημα κάτω των 1.500 € θεωρούνται φτωχοί και χρήζουν εκτάκτου βοηθήματος. Και για να βρεθεί αυτό το βοήθημα η βουλή ψηφίζει την φορολόγηση ανέργων και ανθρώπων που δεν διαθέτουν ούτε το μισό από το εισόδημα αυτό.
Με κρυφές τροπολογίες χαρίζονται πρόστιμα, διαγράφονται δάνεια σε τράπεζες, οι οποίες στην συνέχεια ανακεφαλοποιούνται με έξοδα της κοινωνίας ή απαλλάσσονται από την φορολογία μεγάλοι οφειλέτες και ειδικών κατηγοριών επιχειρήσεις, χωρίς να υπάρχει εμφανής αιτιολογία και χωρίς οι "νομοθετικές" προβλέψεις να διαθέτουν την από το σύνταγμα απιτούμενη αιτιολογική έκθεση. Για να υποκατασταθούν τα κενά που προκαλούνται, αυξάνονται δυσανάλογα οι φόροι που ζητούνται από συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών, με πλήρη αδιαφορία για την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας.
Οι δικαστές βγάζουν καθημερινά και νέες αποφάσεις με τις οποίες ορίζουν τα όρια αξιοπρεπούς διαβίωσης. Οι αποφάσεις αυτές όμως αφορούν πάντα ειδικά επιλεγμένες κατηγορίες πολιτών που διακρίνονται από άλλες, που δεν υπάγονται σε αυτά τα όρια και που είναι αυτές που πρέπει, ανεξαρτήτως εισοδήματος να πληρώσουν τον λογαριασμό. Η αξιοπρέπεια του ανθρώπου έχει πάψει να είναι κοινό δικαίωμα, αλλά εξαρτάται πλέον από την σχέση του καθενός με το κράτος.
Ένα κράτος που συνεχίζει να συντηρεί μεγάλες κατηγορίες οργανισμών και υπηρεσιών, που είναι πια κοινό μυστικό ότι δεν έχουν κανέναν λόγο ύπαρξης και που χρειάζονται όλο και περισσότερους φόρους για τον παραλογισμό της διατήρησης τους εν ζωή. Την ίδια στιγμή αδιαφορεί προκλητικά για την καλή λειτουργία αναντικατάστατων τομέων του, όπως η υγεία και ειδικά αυτή των άτυχων ανασφάλιστων, η δημόσια ασφάλεια, η πρόνοια, επειδή, για τις υπηρεσίες αυτές, τα χρήματα του δεν περισσεύουν.
Όλα αυτά και πολλά άλλα πρέπει επιτέλους να τύχουν απάντησης. Δεν ζούμε σε καιρούς κανονικότητας. Και πρέπει η πολιτική τάξη που αποφασίζει να αντιληφθεί, έστω και δια της βίας της απείθειας, ότι δεν μπορεί να το κάνει ερήμην της κοινωνίας και για ανάγκες που αφορούν την ίδια και τα ειδικά επιλεγμένα από αυτήν κομμάτια της κοινωνίας. Το κράτος υπάρχει για όλους και δεν είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός, που υφίσταται εξ ορισμού, χωρίς η λειτουργία του να συνδέεται με τις ανάγκες ακόμη και του τελευταίου πολίτη.
Για τον λόγο αυτό πρέπει να απαιτηθεί η πλήρης διαφάνεια σε σχέση με τις δαπάνες του δημοσίου. Και όπου αυτή δεν υπάρχει τα χρήματα που ζητούνται να μην καταβάλλονται.
Λαμπρό παράδειγμα ο ΕΝΦΙΑ. Τι είναι αυτό που έρχεται να καλύψει; Ζητείται αδιακρίτως από πολίτες, ακόμη και μηδενικού εισοδήματος, για να εξυπηρετήσει ποιες ανάγκες; Τα αναδρομικά των δικαστών, που η αξιοπρεπής διαβίωση τους διαφέρει από αυτήν των υπολοίπων; Τα επιδόματα των ενστόλων που είναι φτωχοί με 1.500 €, την στιγμή που για τον ιδιωτικό τομέα θεωρούνται αρκετά ακόμη και λιγότερα από τα μισά; Τα θαλασσοδάνεια των συγκροτημάτων του Τύπου. Τα χαρισμένα πρόστιμα των παράνομων διακινητών καυσίμων; Τα ειδικά μισθολόγια των εφοριακών και των υπαλλήλων της βουλής;
Ας αποφασίσουμε λοιπόν ότι οι δαπάνες αυτές είναι άδικες και καταχρηστικές. Και σίγουρα δεν είναι από αυτές που αξίζουν τις θυσίες μας. Το σύστημα μας έχει πάψει από καιρό να είναι αντιπροσωπευτικό και ελεγχόμενο, αυθαιρετεί βάναυσα και δεν θα το κάνει ποτέ μόνο του. Η πρωτοβουλία θα εκκινήσει από εμάς ή δεν θα εκκινήσει ποτέ.
Ας αφήσουμε να εννοηθεί ότι θα στηρίξουμε έναν πολιτικό οργανισμό ο οποίος δεν θα υποκριθεί ότι παίζει το παιχνίδι της νόθας δημοκρατίας μας, επειδή ξέρουμε από καιρό ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός. Έναν οργανισμό που θα διακηρύξει ότι μετά την ακριβή κοστολόγηση των αναγκών για υγεία, ασφάλεια, άμυνα και κοινωνική προστασία, με ένα κοινό κατώφλι αξιοπρέπειας για όλους και όχι μόνον για τους επιλεγμένους, κάθε άλλη απαίτηση του κράτους δεν είναι νόμιμη και δεν πρέπει να πληρωθεί. Και ότι η άσκηση της νόμιμης βίας για την πληρωμή της συνιστά πρόδηλη παράβαση του συντάγματος. Όλα αυτά με αριθμούς και όχι με συνθήματα και κραυγές στις πλατείες.
Ο ΕΝΦΙΑ μπορεί να είναι η αρχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου