Η εικόνα ήταν σπαρακτική. Μεσημέρι στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Ένα σκυλάκι τρέχει πίσω από μία μοτοσικλέτα, η οποία σταματάει μόνο στα κόκκινα φανάρια. Ο οδηγός της φανερά ταραγμένος προσπαθεί με το πόδι του να απωθήσει το σκυλάκι, ενώ τα αυτοκίνητα που περνούν δίπλα κορνάρουν επιτείνοντας την ένταση. Προσέξτε όχι να το κλωτσήσει – γιατί δεν του επιτίθεται – αλλά να το απομακρύνει όσο πιο ήπια μπορεί. «Κάτι δεν πάει καλά», συνειδητοποιώ, γιατί ξέρω καλά από συμπεριφορά σκυλιών. Μετά από εκατοντάδες μέτρα σταματώ με τη μοτοσικλέτα μου δίπλα του. «Γιατί σε ακολουθεί το σκυλί με τόση μανία», τον ρωτώ. Η απάντηση είναι σιωπή, ενώ συνεχίζει να προσπαθεί να το απωθήσει χωρίς να το τραυματίσει. Το βλέμμα του σκύλου είναι ικετευτικό, ενώ και ο οδηγός της μηχανής είναι βουρκωμένος. Και τότε αντιλαμβάνομαι το προφανές και επιμένω. «Θέλεις να τον εγκαταλείψεις ρε φίλε, αλλά γιατί στο κέντρο της πόλης» τον ξαναρωτώ. «Δεν μπορώ να τον ταΐζω πια αδελφέ, είμαι άνεργος έξι μήνες», μου λέει ξεσπώντας και γκαζώνει μόλις ανάβει το φανάρι. Επειδή δεν άντεχα την εικόνα, άλλαξα διαδρομή για τον προορισμό μου έχοντας γίνει κουρέλι.
«Κοίτα τι συμβαίνει γύρω σου», σκέφτηκα. Ο άνθρωπος παράτησε το σκυλί του στο δρόμο γιατί δεν είχε να το ταΐσει. Και σίγουρα δεν θα είναι ο μόνος. Ομολογώ ότι αυτή την κοινωνική παράμετρο δεν την είχα σκεφτεί. Όλοι αυτοί οι παλιάνθρωποι – στη συντριπτική τους πλειοψηφία – που κυβέρνησαν την Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση και μετά- κατάντησαν τους ανθρώπους να πετάνε τα σκυλιά τους στο δρόμο γιατί δεν μπορούν να τα ταΐζουν. «Μα κάθεσαι και ασχολείσαι με τα σκυλιά», θα αναρωτηθεί κάποιος, «όταν το κράτος πετάει ανθρώπους κυριολεκτικά στα σκουπίδια; Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που είναι άστεγοι και πηγαίνουν σε συσσίτια να φάνε».
Η απάντηση είναι διαυγής. Φυσικά και πονάω και γι αυτούς. Αλλά και για τα σκυλιά. Πλάσματα του Θεού είναι κι αυτά. Φανταστείτε μια ζωή πεταμένη στο δρόμο, χωρίς φαί, νερό και στέγη να αργοπεθαίνει βασανιστικά. Να κινδυνεύει κάθε δευτερόλεπτο να χτυπηθεί από αυτοκίνητο. Να πέσει θύμα φόλας ή κακοποίησης. Ένα πλάσμα που ήξερε ότι κάθε μέρα θα έχει λίγο φαί και νερό, ένα χάδι κι ένα σπιτάκι ή ένα χαλάκι σε ένα υπόστεγο να κοιμηθεί. Και, ξαφνικά, το σκυλάκι μένει χωρίς τον άνθρωπο που το αγαπούσε και τον αγαπούσε. Σας παρακαλώ κλείστε τα μάτια για δέκα δευτερόλεπτα, όσοι διαβάζετε αυτό το κείμενο, και αναλογιστείτε πώς θα νιώθατε αν ξαφνικά σας πετάγανε οι άνθρωποί σας στο δρόμο μόνο και απροστάτευτο. Και δεν τους ξαναβλέπατε ποτέ. Τι διαφορά έχει η ψυχή ενός ανθρώπου από ενός σκύλου;
Προσεύχομαι και κάνω ό,τι μπορώ να μη φτάσω ποτέ στο σημείο να μην μπορώ να ζήσω με τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια εγώ η σύντροφός μου και τα σκυλιά μας. Προσεύχομαι να μη χάσω το μίνιμουμ της αξιοπρέπειας που μας απέμεινε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου